Το αρχείο του Αναμορφωτηρίου Θηλέων Παπάγου

Ανακοίνωση της ΕAE σχετικά με το αρχείο του Αναμορφωτηρίου Θηλέων Παπάγου

Απρίλιος 2007


Ανακοίνωση


 

Η απαράδεκτη κατάσταση που παρατηρήθηκε στο Αρχείο του Αναμορφωτηρίου Θηλέων Παπάγου, όπως αυτή καταγράφηκε στον ημερήσιο Τύπο, είναι ενδεικτική της αδιαφορίας με την οποία αντιμετωπίζεται στη χώρα μας η διαχείριση των αρχείων. Το γεγονός ότι το αρχείο του Αναμορφωτηρίου περιλαμβάνει πληροφορίες που άπτονται ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων των τροφίμων του, καθιστά ακόμα πιο εμφανή την αναγκαιότητα τήρησης και εφαρμογής της υφιστάμενης αρχειακής νομοθεσίας.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 2 του  νόμου 1946/1991, τα δικαστικά αρχεία καθώς και αυτά των Νομικών Προσώπων Δημόσιου Δικαίου είναι δημόσια αρχεία και η μόνη υπηρεσία αρμόδια για την διαχείρισή τους, μετά το πέρας της υπηρεσιακής τους χρησιμότητας, είναι τα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Σύμφωνα μάλιστα με το άρθρο 37 του ίδιου νόμου, «τα αρχεία καταργούμενων δημόσιων, εκκλησιαστικών και ιδιωτικών φορέων εισάγονται, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά, στα Γ.Α.Κ.». Επομένως, σε εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, θα έπρεπε οι υπηρεσίες του Αναμορφωτηρίου να είχαν ενημερώσει τα Γ.Α.Κ. και το αρχείο να είχε εισαχθεί ήδη σε αυτά ώστε να ακολουθηθούν οι ενδεδειγμένες επιστημονικές μέθοδοι φύλαξης, ταξινόμησης και ενδεχόμενης διάθεσης του υλικού στην έρευνα, σύμφωνα πάντα με τους κανόνες προστασίας των προσωπικών δεδομένων με βάση τον νόμο 2472/1997 "Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα" και το συνολικό νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει αυτά τα θέματα.

Τονίζουμε με έμφαση ότι η συγκεκριμένη πρακτική είναι και η μόνη που διασφαλίζει πραγματικά την τήρηση των νόμων και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων: εκτός από την επαγγελματική εμπειρία και τη γνώση των αρχειονόμων, οι τελευταίοι δεσμεύονται από συγκεκριμένους κανόνες δεοντολογίας όπως αυτοί καθορίζονται από τον Κώδικα Δεοντολογίας των Αρχειονόμων που έχει θεσπιστεί από το Διεθνές Συμβούλιο Αρχείων και υιοθετηθεί από την Ελληνική Αρχειακή Εταιρεία καθώς και από το άρθρο 42 § 5 του Ν. 1946/1991: «το προσωπικό που έχει αναλάβει την επισήμανση, την ταξινόμηση και τη φύλαξη των αρχείων που δεν είναι ακόμα προσιτά στην έρευνα και στο κοινό, ..., δεσμεύονται με το επαγγελματικό απόρρητο».

Η συγκεκριμένη υπόθεση όμως είναι αφορμή και για περαιτέρω προβληματισμό, γιατί η κατάσταση αυτή επικρατεί σε αρκετές υπηρεσίες. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις αρχείων φορέων που έχουν απασχολήσει την κοινή γνώμη εξαιτίας των απαράδεκτων συνθηκών στις οποίες φυλάσσονται (;), αν και είναι πλήρως θεσμοθετημένο το πλαίσιο διαχείρισης των αρχειακών τεκμηρίων, από τη γέννησή τους μέχρι την οριστική τους κατάληξη (διατάγματα, εγκύκλιοι, διαδικασίες εκκαθάρισης, υπάλληλοι-σύνδεσμοι με τα Γ.Α.Κ.).

Είναι επίσης σαφές ότι πράξεις και παραλείψεις που οδηγούν στην καταστροφή αδιακρίτως, στην απόκρυψη, κατάτμηση ή οποιαδήποτε άλλη κατάληξη των αρχείων ερήμην της νόμιμης διαδικασίας και των αρμοδίων οργάνων, δεν συνιστούν χρηστή διαχείριση, αφού εκτός των άλλων θίγονται νομοθετικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των πολιτών, ατομικά και συλλογικά.

Η εικόνα μιας Πολιτείας που εμφανίζεται απρόθυμη να εφαρμόσει τους θεσμούς που η ίδια δημιούργησε είναι πολύ ανησυχητική και δυστυχώς ο αρχειακός πλούτος στη χώρα μας, αναπόσπαστο τμήμα της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, έχει υποστεί επανειλημμένα τις συνέπειες αυτού του φαινομένου. Αρκεί να υπενθυμίσουμε το πρόσφατο παράδειγμα παράδοσης του αρχείου του πρώην Πρωθυπουργού Ανδρέα Γ. Παπανδρέου στη Βουλή των Ελλήνων, πράξη που αντιβαίνει στο νόμο 2846 του 2000, ο οποίος ορίζει ότι ο μόνος νόμιμος αποδέκτης των αρχείων του εκάστοτε πρωθυπουργού της χώρας είναι η Ειδική Υπηρεσία Αρχείων Πρωθυπουργού η οποία υπάγεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους.